Κίνηση διπλής απεμπλοκής από Πούτιν και Τραμπ
Του Κώστα Ράπτη.

Τις μέρες που προηγήθηκαν της συνάντησης Τραμπ - Πούτιν στην Αλάσκα ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι επέμενε ότι ο Ρώσος ηγέτης δεν ενδιαφέρεται πραγματικά για την ειρήνη, ενώ οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι του Κιέβου (εξαιρετικά απορροφημένοι με την προδιαμόρφωση μιας συνόδου στην οποία δεν θα συμμετείχαν) τόνιζαν ότι δεν πρέπει να χαλαρώσουν οι πιέσεις κατά της Ρωσίας. Μπορούν πλέον να αισθάνονται κατά έναν τρόπο δικαιωμένοι – αλλά είναι αμφίβολο αν αυτό τους χρησιμεύει σε κάτι.

Στην Αλάσκα, Τραμπ και Πούτιν πραγματοποίησαν μια διπλή κίνηση "εξόδου”: από το καθεστώς του "παρία” ο Ρώσος πρόεδρος και από την "πατρότητα” της ουκρανικής κρίσης ο Αμερικανός ομόλογός του.

Ειδικότερα στην παρούσα συγκυρία αμφότεροι ενδιαφέρονταν να απεμπλακούν από την δύσκολη κατάσταση που δημιουργούσαν οι αμερικανικές απειλές για δευτερογενείς κυρώσεις κατά της Ινδίας και της Κίνας: ο μεν Πούτιν έπρεπε να δείξει στους Ευρασιάτες εταίρους του ότι δεν είναι "αδιάλλακτος” (και άρα να απαλλαγεί από τις εκκλήσεις τους για κατάπαυση του πυρός το συντομότερο), ο δε Τραμπ να οπισθοχωρήσει από ένα νέο μέτωπο οικονομικού πολέμου που δεν αποδείχθηκε ιδιαίτερα πρόθυμος να ακολουθήσει μέχρι τέλους.

Ότι η συνάντηση της Αλάσκα δεν κατέληξε σε κάποια θεαματική συμφωνία για τον άμεσο τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία είναι απλώς λογικό. Αφενός διότι διεργασίες τέτοιου είδους αντικειμενικά τραβούν σε μάκρος πολύ μεγαλύτερο του εύρους προσοχής των σοσιαλμιντιακών καιρών: Η Διάσκεψη των Βερσαλλιών μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο διήρκεσε εννέα μήνες και η Διάσκεψη του Πότσνταμ μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο δύο εβδομάδες.
Play Video

Αφετέρου, διότι πραγματικό επίκεντρο της συνάντησης στην Αλάσκα αποτέλεσε η ίδια η (τραυματισμένη όσο ποτέ στην ιστορία) ρωσο-αμερικανική σχέση, η αποκατάσταση της οποίας συνιστά και προϋπόθεση για πρόοδο στο ουκρανικό ζήτημα. Δύο πυρηνικές δυνάμεις με τέτοιο παρελθόν και τέτοια θέση στο διεθνές σύστημα έχουν να πουν πολλά, ακόμη και όσο εκκρεμεί ο πόλεμος στις ουκρανικές πεδιάδες: από τη διευκόλυνση της λειτουργίας των εκατέρωθεν διπλωματικών αντιπροσωπειών και την επανάληψη των απευθείας αεροπορικών πτήσεων, μέχρι την επανοικοδόμηση ενός πλαισίου ελέγχου των εξοπλισμών και την (τόσο προσφιλή στον Τραμπ) ιδέα συνεκμετάλλευσης των υδρογοναθράκων της Αρκτικής.

Εξ ού και η επικοινωνιακή διαχείριση των αποτελεσμάτων της συνάντησης σημαδεύεται από τον χαρακτηρισμό της ως "παραγωγικής”. Και το κυριότερο: η διαδικασία διαλόγου θα συνεχισθεί, εφόσον ο Τραμπ προσκλήθηκε από τον Πούτιν στην Μόσχα (όπως θα ανέμενε κανείς μετά την διεξαγωγή της πρώτης συνάντησης σε αμερικανικό και όχι ουδέτερο έδαφος).

Όσο ορισμένα δυτικά μέσα ενημέρωσης σοκάρονται από την εικόνα Αμερικανών ενστόλων να στρώνουν στον Ρώσο ηγέτη κόκκινο χαλί και αναρωτιούνται γιατί δεν ενεργοποιήθηκε το ένταλμα του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου εις βάρος του Πούτιν, ο ισχυρός άνδρας του Κρεμλίνου υπομονετικά "εκπαιδεύει” τον ομόλογό του στην ανάγκη να αντιμετωπισθούν τα "ριζικά αίτια” της ουκρανικής κρίσης, δηλ. να υπάρξει μια νέα αρχιτεκτονική συλλογικής ασφάλειας στην Ευρώπη, όπως ακριβώς το ήθελε το οιονεί "τελεσίγραφο” που παρουσίασε η Μόσχα στις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ υπό μορφήν σχεδίων διεθνών συνθηκών τον Δεκέμβριο του 2021 - και αγνοήθηκε, με αποτέλεσμα την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.

Το εδαφικό ζήτημα, που κατεξοχήν συγκέντρωσε το διεθνές ενδιαφέρον, δεν είναι απαραιτήτως το κρισιμότερο. Είναι άλλωστε το μόνο στο οποίο η ρωσική πλευρά επιδεικνύει μιαν ορισμένη διαπραγματευτική ευελιξία, όσο με εκνευριστική επιμονή επαναλαμβάνει την κύρια θέση της περί των "ριζικών αιτίων”. Και βέβαια, οι επιδόσεις του ρωσικού στρατού το τελευταίο διάστημα δείχνουν ότι όσο περισσότερο καθυστερεί ο τερματισμός της σύγκρουσης τόσο δυσμενέστεροι θα είναι οι τελικοί όροι για την ουκρανική πλευρά και στο εδαφικό.

Ο Τραμπ, από την πλευρά του, διατηρεί την ευχέρεια να "νίψει τας χείρας” του, σε περίπτωση μη επίτευξης συμφωνίας στο ουκρανικό ζήτημα, πιθανότατα επιρρίπτοντας στο Κίεβο την ευθύνη για το ότι η δική του "προσωπική διπλωματία” δεν θα έχει φέρει καρπούς. Την πραγματική ήττα στον δι' αντιπροσώπων πόλεμο της Δύσης με τη Ρωσία είναι αποφασισμένος να την μετατρέψει με οποιονδήποτε τρόπο σε αμερικανική επικοινωνιακή νίκη – και να αφοσιωθεί στα επόμενα μέτωπα, από την ανάσχεση της Κίνας μέχρι τον πιθανό "δεύτερο γύρο” του Ισραήλ με το Ιράν.

 capital.gr